Τετάρτη 3 Μαρτίου 2010

''Αρχείο Αλή Πασά'' της Γενναδείου Βιβλιοθήκης από τις Εκδόσεις του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Σπουδών



Η αντιφατική και περίπλοκη προσωπικότητα του Αλή Πασά, όπως προκύπτει από τη μνημειώδη τετράτομη έκδοση των περίπου 1.500 εγγράφων τού Αρχείου του που βρίσκεται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη.

Ο Αλή Πασάς είναι μία από τις πλέον περίπλοκες, αντιφατικές και μυστηριώδεις προσωπικότητες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα. Χιλιάδες σελίδες έχουν γραφτεί για τη ζωή του και πλήθος θρύλοι κυκλοφορούν ακόμη και σήμερα για τη διαβόητη λαγνεία του, την ωμότητα με την οποία επέβαλλε τη θέλησή του στους υπηκόους του, αλλά ταυτοχρόνως και την ανεκτικότητά του έναντι των χριστιανικών πληθυσμών, είναι πολύ σημαντικό το ότι ήταν ελληνόφωνος, τα δημόσια έργα που έγιναν στα 40 χρόνια της παντοδυναμίας του, το ενδιαφέρον του για τα Γράμματα, αν και ο ίδιος αγράμματος. Στην αυλή του μαθήτευσαν μεταξύ άλλων ο Αθανάσιος Διάκος, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο Μάρκος Μπότσαρης και ο Γεώργιος Βαρνακιώτης.

Τι ήταν λοιπόν ο Αλή Πασάς; Ο παρεξηγημένος μεταρρυθμιστής; Το ασλάνι (λιοντάρι) των Ιωαννίνων; Ο τύραννος της Ηπείρου; Ο ακόλαστος πασάς με τις 100 παλλακίδες; Ή μήπως τίποτα από αυτά, αλλά μια ιδιότυπη περίπτωση ανατολίτικου δεσποτισμού;

Ευφυής, φιλοχρήματος, καχύποπτος
Στα παραπάνω ερωτήματα, όπως και σε πλήθος άλλα, απαντά η μνημειώδης έκδοση, σε τέσσερις τόμους, του Αρχείου Αλή Πασά της Γενναδείου Βιβλιοθήκης. Το υλικό είναι τεράστιο και τα στοιχεία που παρέχει πολύτιμα.

Το πρώτο συμπέρασμα το οποίο προκύπτει είναι ότι στο πρόσωπο του Αλή έχουμε έναν περιφερειακό πασά του οποίου η μόνιμη φιλοδοξία ήταν να επεκτείνει συνεχώς τα όρια της επικράτειάς του. Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι ένα βίαιο αλλά χαρισματικό άτομο κατάφερε, χρησιμοποιώντας άλλοτε τον δόλο, άλλοτε την ανεκτικότητα και άλλοτε την ωμή βία, να ελέγχει πολιτικά, οικονομικά και διοικητικά ένα από τα μεγαλύτερα πασαλίκια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Το τρίτο συμπέρασμα είναι ότι ο φιλοχρήματος, δίβουλος και επίορκος πασάς διέθετε οξύτατη πολιτική σκέψη, είχε πλήρη γνώση της ισορροπίας δυνάμεων, τόσο στο εσωτερικό της δικής του επικράτειας όσο και της ευρύτερης περιοχής, αλλά του έλειπε η αίσθηση των δικών του περιορισμών, όπως και της εποχής του. Πίστευε επομένως ότι όλες οι αλλαγές, οι ''ευκαιρίες'' και οι ευνοϊκές συνθήκες που παρουσιάζονταν κάθε φορά ήταν δημιουργήματα των προσωπικών του χειρισμών. Ως άνθρωπος υπήρξε δεισιδαίμων· η καχυποψία του δεν είχε όρια, με αποτέλεσμα να θεωρεί αντιπάλους του τους πάντες, ακόμη και όσους κινούνταν στο στενό του περιβάλλον.

Ένα άλλο συμπέρασμα είναι ότι δεν διέκειτο ειδικά ευμενώς προς τους Ελληνες, όπως και προς οιαδήποτε άλλη εθνική ομάδα. Το πασαλίκι του ήταν μια ιδιότυπη έκφραση του Ισλάμ στην περιφέρεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το Αρχείο επιπλέον μάς δίνει και μια πλήρη εικόνα τού τι σήμαινε ανατολίτικος δεσποτισμός και πώς λειτουργούσε μια φεουδαρχική κοινωνία, στην οποία ο ηγεμόνας είχε το απόλυτο δικαίωμα πάνω στη ζωή και στην περιουσία των υπηκόων του. Για αυτό και στις επιστολές που στέλνουν στον Αλή Πασά όχι απλώς τον λιβανίζουν, αυτό συνέβαινε και στη Δυτική Ευρώπη της εποχής, αλλά φιλούν ''σκλαβικώς'' ή ''δουλικώς'' το ''χώμα που πατάει'' και τα ''υψηλά του ποδάρια'', υπογράφοντας ως ''ο παραμικρός σου σκλάβος'' ή ''σκλάβος σου παντοτινός'', και άλλα παρόμοια.


Στα όρια ιδιοφυΐας και νεύρωσης
Όλα αυτά, τα οποία προκύπτουν από τα έγγραφα, αναλύονται εξαίρετα στην εκτενή εισαγωγή του Βασίλη Παναγιωτόπουλου, ο οποίος σημειώνει ότι ''στα όρια της ιδιοφυΐας και της νεύρωσης, ιδιοτελής και ισχυρογνώμων, επίμονος και επίβουλος, ο Αλή Πασάς διαχειρίστηκε τις πολιτικο-διπλωματικές συνθήκες της εποχής του και τις ατέλειες του οθωμανικού διοικητικού συστήματος, με σκοπό την ίδρυση μιας κληρονομικής Ηγεμονίας, ένα σχέδιο που μέσα από απερίγραπτα δαιδαλώδεις διαδρομές το έφθασε στα όριά του και στο άδοξο τέλος του''. Δεν ήταν λοιπόν ούτε απλώς ένας τύπος μεσαιωνικού ηγεμόνα, ούτε ο πρωτοπόρος ο οποίος φιλοδοξούσε να ηγηθεί του αναδυόμενου αλβανικού έθνους, ούτε ένας μουσουλμάνος αλβανός πασάς. Ήταν όλα αυτά μαζί, για τούτο και η προσωπικότητά του σφράγισε την ύστερη περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το ίδιο και την ιστορία των Αλβανών. Αυτονόητο ότι σημάδεψε και την ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας και ιδιαίτερα της Ηπείρου.

Η έκδοση του Αρχείου επιβραβεύει ένα πολύχρονο και κοπιώδες έργο, μεγάλης πνοής και θεμελιώδους ιστορικής, κοινωνικής και πολιτιστικής αξίας.

Από ληστής, πασάς και βεζίρης
Ο Αλή Πασάς (Tepedelenli Ali Paşa) γεννήθηκε στο Τεπελένι το 1750. Ήταν γιος της Χάμκως, κόρης του μπέη της Κόνιτσας, και του Βελή. Ο πατέρας του πέθανε όταν ήταν παιδί. Τον μεγάλωσε η μητέρα του, χάρις στην οποία έμαθε τα λίγα γράμματα που γνώριζε. Τα γράμματα δεν τον ένοιαζαν, γι΄ αυτό από την εφηβική του ηλικία περιφερόταν στα βουνά. Από τότε άρχισε να οργανώνει ληστρικές συμμορίες, επικεφαλής των οποίων προέβαινε σε επιδρομές στην Ήπειρο και στη Θεσσαλία. Έτσι απέκτησε άριστη γνώση των εδαφών τα οποία θα περιέρχονταν στη δικαιοδοσία του όταν θα γινόταν πασάς και βεζίρης. Το 1768 παντρεύτηκε την Εμινέ, κόρη του Καπλάν Πασά του Δελβίνου, από την οποία απέκτησε δύο γιους.

Το 1787 διορίστηκε πασάς των Τρικάλων. Τον επόμενο χρόνο, όταν ο πασάς των Ιωαννίνων Αλή Ζλοτ βρισκόταν σε εκστρατεία στον Δούναβη του άρπαξε το πασαλίκι. Αυτό το ενέκρινε η Υψηλή Πύλη, η οποία διεύρυνε τα όρια της δικαιοδοσίας του και στη Στερεά Ελλάδα. Το 1796 κατέλαβε την Άρτα, δύο χρόνια αργότερα τη Χειμάρρα και την Πρέβεζα και κατόπιν τη Βόνιτσα. Το Σούλι το υπέταξε το 1803, εξορίζοντας τους κατοίκους του. Στην Κωνσταντινούπολη το επίτευγμά του αυτό επιβραβεύτηκε και η Υψηλή Πύλη επεξέτεινε τη δικαιοδοσία του ως τον Μοριά και για ένα διάστημα και ως τη Θράκη. Το 1812 κατέλαβε το Αργυρόκαστρο και το 1819 αγόρασε την Πάργα.

Το 1820 ο σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ αποφάσισε να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο που λεγόταν Αλή Πασάς. Ο τελευταίος, ευφυής όπως ήταν, κατάλαβε τι συμβαίνει. Αποκάλυψε στην Υψηλή Πύλη την ύπαρξη της Φιλικής Εταιρείας, για την οποία γνώριζε από την προηγούμενη χρονιά, προκειμένου να εξευμενίσει τον σουλτάνο. Εις μάτην. Η Πύλη τον κήρυξε ένοχο εσχάτης προδοσίας και τον κάλεσε να απολογηθεί εντός 40 ημερών. Εκείνος αρνήθηκε και ο σουλτάνος έστειλε εναντίον του στρατό 80.000 ανδρών με επικεφαλής τους Ισμαήλ Πασόμπεη και Χουρσίτ Πασά. Ο Αλή Πασάς οχυρώθηκε στο κάστρο των Ιωαννίνων, αλλά εν τω μεταξύ είχε ξεσπάσει η Ελληνική Επανάσταση. Τον Ιανουάριο του 1822 συμφώνησε να παραδοθεί υπό τον όρο ότι θα του δινόταν αμνηστία. Κατέφυγε στο μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα, στο νησάκι της λίμνης των Ιωαννίνων. Εκεί τον δολοφόνησε ο Κιοσέ Μεχμέτ, σύμφωνα με άλλους ο Αλή Χασάν, απεσταλμένος του Χουρσίτ, ο οποίος πήγε δήθεν μεταφέροντας το χαρτί της αμνηστίας. Το κεφάλι του Αλή στάλθηκε ως πειστήριο στην Κωνσταντινούπολη.


Αρχείο Αλή Πασά Συλλογής Ι.Χώτζη Γενναδείου Βιβλιοθήκης
Έκδοση-Σχολιασμός-Ευρετήρια: Βασίλης Παναγιωτόπουλος, με τη συνεργασία των Δημήτρη Δημητρόπουλου και Παναγιώτη Μιχαηλάρη
τ. Α΄, 1747-1808, Αθήνα 2007, 809 σελ.,
τ. Β΄, 1809-1817, Αθήνα 2007, 923 σελ.,
τ. Γ΄, 1818-1821, Αθήνα 2007, 709 σελ.,
τ. Δ΄, Εισαγωγή - Ευρετήρια - Γλωσσάρι
Εκδόσεις Ινστιτούτου Νεοελληνικών Ερευνών Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών

Πηγές: Το Βήμα, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Subscribe to updates