Στη σύνθεση που βρέθηκε στο κλίτος, κυριαρχούν δύο ημίγυμνες ανακεκλιμένες μορφές, προσωποποιήσεις της θάλασσας και ενός ποταμού. Η θάλασσα στηρίζεται σε κουλουριασμένο θαλάσσιο τέρας, κρατά ένα δοιάκι στο αριστερό χέρι και ένα κοχύλι στο δεξί, ενώ στο κεφάλι της φυτρώνουν μικρές δαγκάνες, γνωστά σύμβολα της μορφής ήδη από την αρχαιότητα.
Ο ποταμός στο πάνω μέρος της παράστασης κρατά ένα καλάμι στο δεξί χέρι και είναι στεφανωμένος με καλάμια. Ακουμπά σε ανεστραμμένο αμφορέα, από τον οποίο πηγάζουν τα φαιογάλαζα νερά που καλύπτουν όλο το κατώτερο τμήμα της παράστασης.
Ανάμεσα σε αυτές τις δύο μορφές διακρίνεται βάρκα με σκυμμένο ψαρά που κρατά τρίαινα, ενώ ψηλότερα σώζεται το κεφάλι και το χέρι ενός δεύτερου ψαρά, ο οποίος κρατά καλάμι. Γύρω από τις μορφές και μέσα στα νερά κολυμπούν διάφοροι θαλάσσιοι οργανισμοί.
Μπροστά από την κεντρική θύρα εισόδου του ναού υπήρχε ψηφιδωτή επιγραφή, η οποία προφανώς έδινε πληροφορίες για την ανέγερση και την ψηφοθέτηση του μνημείου, αλλά είναι κατεστραμμένη σε μεγάλο βαθμό.
Αντίστοιχη επιγραφή, και αυτή κατεστραμμένη, υπήρχε στο ανατολικό τμήμα του νότιου κλίτους και πιθανόν αφορούσε στην ψηφοθέτηση των δαπέδων των δύο πλάγιων κλιτών, τα οποία ξεχωρίζουν για τις μεγάλης κλίμακας αφηγηματικές παραστάσεις. Τέτοιου είδους παραστάσεις είναι αρκετά σπάνιες στην παλαιοχριστιανική τέχνη του ελλαδικού χώρου.
Σύμφωνα με την κ. Βαρβάρα Παπαδοπούλου, προϊσταμένη της 8ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, σε καλή κατάσταση διατηρήθηκαν τα ψηφιδωτά του νάρθηκα και του δυτικού τμήματος του κυρίως ναού, ενώ έχουν καταστραφεί σχεδόν ολοσχερώς τα δάπεδα του ιερού.
Οι ψηφιδωτές παραστάσεις της βασιλικής αυτής είναι μοναδικές και σε αυτές κυριαρχούν πτηνά, ψάρια, καραβίδες, καλάθια και διάφοροι καρποί, όπως ρόδια, σύκα, σταφύλια, μανιτάρια, σπαράγγια κ.ά. Ενδιαφέροντες είναι σε πολλά σημεία και οι μαίανδροι, ανάμεσα στους οποίους εικονίζονται αγγεία και ζώα, ενώ τα περισσότερα από τα ψηφιδωτά έχουν μεταφερθεί στο Βυζαντινό Μουσείο Ιωαννίνων, προκειμένου να συντηρηθούν.
Μνημειακός πίνακας ψηφιδωτού με θαλάσσιο θέμα και ημίγυμνες μορφές από δάπεδο παλαιοχριστιανικής βασιλικής.
Τμήματα οχύρωσης και πύργος
Στον αρχαιολογικό χώρο της Οπάγιας έχουν βρεθεί επίσης τα ερείπια μίας μικρότερης βασιλικής, της οποίας σώζεται η αψίδα, καθώς και τμήματα των ψηφιδωτών, ενώ διακρίνονται ακόμη τμήματα της θεμελίωσης του πύργου, καθώς και τμήματα οχύρωσης στα νότια του χώρου. Κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για έναν οικισμό, μια πόλη, που τροφοδοτούνταν από την εύφορη κοιλάδα του Καλαμά και συγχρόνως έλεγχε τα μέχρι και σήμερα ζωτικά περάσματα προς τα Ιωάννινα, την Κόνιτσα κι από εκεί προς τη Μακεδονία.
Σώζονται 200 τ.μ.
Όλα τα δάπεδα του ναού, συνολικής έκτασης περίπου 330 τ.μ., είχαν αρχικά ψηφιδωτή διακόσμηση, από την οποία σήμερα σώζονται γύρω στα 200 τ.μ.
Πηγή: Έθνος
Ανάμεσα σε αυτές τις δύο μορφές διακρίνεται βάρκα με σκυμμένο ψαρά που κρατά τρίαινα, ενώ ψηλότερα σώζεται το κεφάλι και το χέρι ενός δεύτερου ψαρά, ο οποίος κρατά καλάμι. Γύρω από τις μορφές και μέσα στα νερά κολυμπούν διάφοροι θαλάσσιοι οργανισμοί.
Μνημειακός πίνακας ψηφιδωτού με θαλάσσιο θέμα και ημίγυμνες μορφές από δάπεδο παλαιοχριστιανικής βασιλικής.
Τμήματα οχύρωσης και πύργος
Στον αρχαιολογικό χώρο της Οπάγιας έχουν βρεθεί επίσης τα ερείπια μίας μικρότερης βασιλικής, της οποίας σώζεται η αψίδα, καθώς και τμήματα των ψηφιδωτών, ενώ διακρίνονται ακόμη τμήματα της θεμελίωσης του πύργου, καθώς και τμήματα οχύρωσης στα νότια του χώρου. Κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για έναν οικισμό, μια πόλη, που τροφοδοτούνταν από την εύφορη κοιλάδα του Καλαμά και συγχρόνως έλεγχε τα μέχρι και σήμερα ζωτικά περάσματα προς τα Ιωάννινα, την Κόνιτσα κι από εκεί προς τη Μακεδονία.
Σώζονται 200 τ.μ.
Όλα τα δάπεδα του ναού, συνολικής έκτασης περίπου 330 τ.μ., είχαν αρχικά ψηφιδωτή διακόσμηση, από την οποία σήμερα σώζονται γύρω στα 200 τ.μ.
Πηγή: Έθνος